• “Ο κόσμος δεν μάς προσφέρθηκε από τους γονείς μας, μάς τον δάνεισαν τα παιδιά μας“

    Αφρικάνικη Παροιμία

  • Μαζί προχωράμε!

  • Ονειρευόμαστε:

    ...μια νεολαία δυναμική, τολμηρή και πεισματάρα, η οποία οραματίζεται, αναζητά και δεν σταματά ποτέ να διεκδικεί... μια πόλη φιλόξενη, ζωντανή, δημιουργική, που δίνει ευκαιρίες στους ανθρώπους της για εξέλιξη και ανάπτυξη, μια πόλη με χαρακτήρα, προοπτική και όραμα... μια κοινωνία πολυπολιτισμική, ελεύθερη, μια κοινωνία με ιδανικά, αξίες και ηθική... ανθρώπους ευτυχισμένους, χαρούμενους και αποφασιστικούς...με γνώση, λογική και συναισθήματα σε πλήρη αρμονία...
  • αντιδραστικότητα;

  • Θέλω (Jorge Bucay)

    Θέλω να με ακούς, χωρίς να με κρίνεις

    Θέλω τη γνώμη σου, χωρίς συμβουλές

    Θέλω να με εμπιστεύεσαι, χωρίς απαιτήσεις

    Θέλω τη βοήθειά σου, κι όχι ν΄αποφασίζεις για μένα

    Θέλω να με προσέχεις, χωρίς να με ακυρώνεις

    Θέλω να με κοιτάς, χωρίς να προβάλεις τον εαυτό σου σε μένα

    Θέλω να μ΄αγκαλιάζεις, χωρίς να με κάνεις να ασφυκτιώ

    Θέλω να μου δίνεις ζωντάνια, χωρίς να με σπρώχνεις

    Θέλω να με υποστηρίζεις, χωρίς να με φορτώνεσαι

    Θέλω να με προστατεύεις, χωρίς ψέματα

    Θέλω να πλησιάζεις χωρίς να εισβάλλεις

    Θέλω να ξέρεις τις πλευρές μου που πιο πολύ σε ενοχλούν. Να τις αποδέχεσαι και να μην προσπαθείς να τις αλλάξεις

    Θέλω να ξέρεις... πως σήμερα μπορείς να βασίζεσαι πάνω μου... xωρίς όρους

  • ΟΧΙ ΣΤΟ ΑΛΚΟΟΛ

  • ΟΧΙ ΣΤΗΝ internet ΕΞΑΡΤΗΣΗ

  • Ένα παιδί συμβουλεύει…

    Ένα παιδί δίνει 13 πολύτιμες συμβουλές στους γονείς του

    Ø Μη φοβάστε να είστε σταθεροί μαζί μου. Αυτό θα με κάνει να νιώθω περισσότερη σιγουριά.

    Ø Μη με παραχαϊδεύετε. Ξέρω πολύ καλά πως δεν πρέπει να μου δίνετε οτιδήποτε σας ζητώ. Σας δοκιμάζω μονάχα για να δω.

    Ø Μη με κάνετε να νιώθω μικρότερος απ΄ ότι είμαι. Αυτό με σπρώχνει να παριστάνω καμιά φορά το «σπουδαίο».

    Ø Μη μου κάνετε παρατηρήσεις μπροστά στον κόσμο, αν μπορείτε. Θα προσέξω περισσότερο αυτό που θα μου πείτε, αν μου μιλήσετε ήρεμα, μια στιγμή που θα είμαστε οι δυο μας.

    Ø Μη μου δημιουργείτε το συναίσθημα πως τα λάθη μου είναι αμαρτήματα. Μπερδεύονται έτσι μέσα μου όλες οι αξίες που έχω μάθει να αναγνωρίζω.

    Ø Μην πέφτετε σε αντιφάσεις. Με μπερδεύετε έτσι αφάνταστα και με κάνετε να χάνω την πίστη μου σε εσάς.

    Ø Μη με αγνοείτε, όταν σας κάνω ερωτήσεις, γιατί θα ανακαλύψετε πως θα αρχίσω να παίρνω τις πληροφορίες μου από άλλες πηγές.

    Ø Μην προσπαθείτε να με κάνετε να πιστέψω πως είστε τέλειοι ή αλάνθαστοι. Είναι μια δυσάρεστη έκπληξη για μένα, όταν ανακαλύπτω πως δεν είστε ούτε το ένα ούτε το άλλο.

    Ø Μη διανοηθείτε ποτέ πως θα πέσει η υπόληψή σας αν μου ζητήσετε συγγνώμη. Μια τίμια αναγνώριση του λάθους σας μου δημιουργεί πολύ θερμά αισθήματα απέναντί σας.

    Ø Μην ξεχνάτε πως μ΄ αρέσει να πειραματίζομαι. Χωρίς αυτό δεν μπορώ να ζήσω. Σας παρακαλώ παραδεχτείτε το.

    Ø Μην ξεχνάτε πόσο γρήγορα μεγαλώνω. Θα πρέπει να σας είναι δύσκολο να κρατήσετε το ίδιο βήμα με μένα, αλλά προσπαθήστε σας παρακαλώ.

    Ø Μην ξεχνάτε πως δεν θα μπορέσω να αναπτυχθώ χωρίς πολλή κατανόηση και αγάπη. Αυτό όμως δεν χρειάζεται να το πω, έτσι δεν είναι;

    Ø Μη μου λέτε ποτέ ψέματα!

  • Παιδί ή Ενήλικος;

  • Αυτοεκτίμηση, αυτή η… Άγνωστη!

    10 τρόποι για να βοηθήσετε το παιδί σας να εκτιμά τον εαυτό του.

    vΕπικοινωνήστε ανοιχτά με το παιδί σας.

    vΜάθετε να το ακούτε.

    vΣυμπεριλαμβάνε-τε το παιδί σας στις οικογενειακές συζητήσεις. Δείξτε του ότι εκτιμάτε τις απόψεις του.

    vΠροσπαθήστε να καταλάβετε την άποψη του παιδιού σας.

    vΔώστε στο παιδί σας ευθύνες κατάλληλες για την ηλικία του.

    vΒάλτε σταθερά όρια. Τα παιδιά θέλουν να ξέρουν τι περιμένουν οι άλλοι από αυτά.

    vΝα είστε γενναιόδωροι αλλά και ειλικρινείς όταν επαινείτε ή παροτρύνετε τα παιδιά.

    vΒοηθήστε το παιδί σας να θέσει στόχους και βοηθήστε το να τους πραγματοποιήσει.

    vΝα θυμάστε ότι η νίκη δεν είναι το παν. Το σημαντικό είναι η προσπάθεια.

    vΓίνετε θετικό πρότυπο. Αισθανθείτε περήφανος/η για τον εαυτό σας.

  • Μάς χρειάζονται!

  • «Αν ένα παιδί…» της Dorothy Law Nolte

    ☼Αν ένα παιδί ζει μέσα στην κριτική:
    Μαθαίνει να κατακρίνει
    ☼Αν ένα παιδί ζει μέσα στην έχθρα:
    Μαθαίνει να καυγαδίζει
    ☼Αν ένα παιδί ζει μέσα στην ειρωνεία:
    Μαθαίνει να είναι ντροπαλό
    ☼Αν ένα παιδί ζει μέσα στην ντροπή:
    Μαθαίνει να αισθάνεται ένοχο
    ☼Αν ένα παιδί ζει μέσα στην κατανόηση:
    Μαθαίνει να είναι υπομονετικό
    ☼Αν ένα παιδί ζει μέσα στον έπαινο:
    Μαθαίνει να εκτιμάει
    ☼Αν ένα παιδί ζει μέσα στη δικαιοσύνη:
    Μαθαίνει να είναι δίκαιο
    ☼Αν ένα παιδί ζει μέσα στην αποδοχή:
    Μαθαίνει να αγαπάει
    ☼Αν ένα παιδί ζει μέσα στην ασφάλεια:
    Μαθαίνει να έχει πίστη στον εαυτό του και στους άλλους
    ☼Αν ένα παιδί ζει μέσα στην επιδοκιμασία:
    Μαθαίνει να εκτιμάει
    ☼Αν ένα παιδί ζει μέσα στην φιλία:
    Μαθαίνει να βρίσκει την αγάπη μέσα στον κόσμο
  • Όχι στις διακρίσεις!

  • “Πέτα μακριά το ραβδί σου!”

    Από το βιβλίο “Πέτα μακριά το ραβδί σου (Πειθαρχία χωρίς δάκρυα)” των Ρούντολφ Ντράικωρς & Περλ Κάσελ:

    “Το παιδί χρειάζεται ενθάρρυνση σαν το φυτό που χρειάζεται ήλιο και νερό”

    “Μπορούμε να αποδοκιμάζουμε τις πράξεις του παιδιού, χωρίς ν’ αποδοκιμάζουμε το ίδιο το παιδί”

    “Η ελευθερία βλασταίνει από το σπόρο της πειθαρχίας”

    “Μόνο σ’ ένα ήρεμο και συμφιλιωμένο περιβάλλον μπορεί το παιδί να αναπτύξει ελεύθερα την προσωπικότητά του και το δυναμικό του”

    “Η τιμωρία αφήνει να εννοηθεί οτι το παιδί από μόνο του δεν έχει αξία”

  • Στόχευε Ψηλά!

  • Εμείς οι Λίγοι

    Είμαστε εμείς οι ονειροπαρμένοι τρελλοί της γης

    με τη φλογισμένη καρδιά και τα έξαλλα μάτια

    Είμαστε οι αλύτρωτοι στοχαστές και οι τραγικοί ερωτευμένοι

    Χίλιοι ήλιοι κυλούνε μες στο αίμα μας

    κι ολούθε μας κυνηγά το όραμα του απείρου

    Η φόρμα δεν μπορεί να μας δαμάσει

    Εμείς ερωτευθήκαμε την ουσία του είναι μας

    και σ’ όλους μας τους έρωτες αυτήν αγαπούμε

    Είμαστε οι μεγάλοι ενθουσιασμένοι κι οι μεγάλοι αρνητές

    Κλείνουμε μέσα μας τον κόσμο όλο και δεν είμαστε τίποτα απ’αυτόν τον κόσμο

    Οι μέρες μας είναι μια πυρκαγιά κι οι νύχτες μας ένα πέλαγο

    Γύρω μας αντηχεί το γέλιο των ανθρώπων...

    (Γιώργος Μακρής)

  • Αφήστε να πετάξει!

  • Η επόμενη μέρα

    Επειδή κάθε δευτερόλεπτο μετράει

    πρέπει τώρα ν' αρχίσουμε να γράφουμε όλο και περισσότερα ποιήματα

    για να καθαρίσουμε το τοπίο από τον τρόμο, την απειλή και τον θάνατο

    πρέπει τώρα να εξορκίσουμε τους εφιάλτες που κρύβονται ακόμη μέσα στην ελευθερία

    έτοιμοι να μας πιουν όλο το αίμα

    κι επειδή όποιος σήμερα ξεχαστεί μέσα στον εαυτό του θα είναι αύριο λησμονιά και στάχτη

    πρέπει τώρα να μάθει τι θα πει εχθρός και αδικία

    διότι η πραγματικότητα δεν γίνεται κατανοητή χωρίς την κατανόηση της αθλιότητας και της απελπισίας

    κι επειδή κάθε δευτερόλεπτο μετράει πρέπει από τώρα να πάμε στο σχολείο της φαντασίας

    για να σώσουμε ξανά τα όνειρα.

    (Γιώργος Βέης)

  • Γίνε Αστέρι!

    Αν δεν μπορείς να είσαι πεύκο στην κορυφή του λόφου, χαμόδεντρο να γίνεις στην κοιλάδα, μα να γίνεις το πιο όμορφο χαμόδεντρο στου ρυακιού την όχθη. Γίνε θάμνος, αν δεν μπορείς δέντρο να είσαι.

    Κι αν δεν μπορείς να είσαι θάμνος, γίνε χλόη κι ομόρφαινε τις παρυφές του δρόμου. Αν δεν μπορείς να είσαι δρυς, γίνε μικρή φιλύρα αλλά η ομορφότερη κοντά στη λίμνη.

    Να γίνουμε όλοι καπετάνιοι δεν μπορούμε, χρειάζεται και πλήρωμα, έχει δουλειά για όλους, άφθονες δουλειές, μεγάλες και μικρές και πρέπει ο καθένας μας ό,τι μπορεί να κάνει.

    Αν δεν μπορείς να είσαι ο ήλιος, γίνε αστέρι, από το μέγεθος ούτε κερδίζεις ούτε χάνεις, να είσαι ο καλύτερος σ' αυτό που είσαι.

    (Douglas Malloch)

  • Αγαπάμε τα ζώα

  • Ένα παιδί μέσα μας

  • Η παιδική ηλικία είναι το βασίλειο της μεγάλης δικαιοσύνης και της βαθιάς αγάπης. Στα χέρια ενός παιδιού κανένα πράγμα δεν είναι σπουδαιότερο από κάποιο άλλο. Παίζει με μια χρυσή καρφίτσα ή με ένα λευκό λουλούδι. Δεν έχει φόβο της απώλειας.

    Για το παιδί ο κόσμος εξακολουθεί να είναι το όμορφο δοχείο μέσα στο οποίο δεν χάνεται τίποτα.

    Δεν αναγκάζει τα πράγματα να εγκατασταθούν κάπου. Τα αφήνει να διαβούν μέσα από τα χέρια του σαν αγέλη σκοτεινών νομάδων που περνούν κάτω από μιαν αψίδα θριάμβου. Για λίγο φωτίζονται μέσα στην αγάπη του και έπειτα σκοτεινιάζουν ξανά·

    ό,τι φωτίστηκε μέσα στην αγάπη του παραμένει εντός της σαν εικόνα που δεν πρόκειται να χαθεί.

    (Ράινερ Μαρία Ρίλκε)

  • Χωρίς διακρίσεις

  • Ευτυχείτε!

  • Μαθαίνεις

    Μετά από λίγο μαθαίνεις την ανεπαίσθητη διαφορά ανάμεσα στο να κρατάς το χέρι και να αλυσοδένεις μια ψυχή.

    Και μαθαίνεις πως αγάπη δε σημαίνει στηρίζομαι Και συντροφικότητα δε σημαίνει ασφάλεια

    Και αρχίζεις να μαθαίνεις πως τα φιλιά δεν είναι συμβόλαια Και τα δώρα δεν είναι υποσχέσεις

    Και αρχίζεις να δέχεσαι τις ήττες σου με το κεφάλι ψηλά και τα μάτια ορθάνοιχτα Με τη χάρη μιας γυναίκας και όχι με τη θλίψη ενός παιδιού

    Και μαθαίνεις να φτιάχνεις όλους τους δρόμους σου στο σήμερα, γιατί το έδαφος του αύριο είναι πολύ ανασφαλές για σχέδια…

    Και τα όνειρα πάντα βρίσκουν τον τρόπο να γκρεμίζονται στη μέση της διαδρομής

    Μετά από λίγο καιρό μαθαίνεις… Πως ακόμα κι η ζέστη του ήλιου μπορεί να σου κάνει κακό.

    Έτσι φτιάχνεις τον κήπο σου εσύ Αντί να περιμένεις κάποιον να σου φέρει λουλούδια

    Και μαθαίνεις ότι, αλήθεια, μπορείς να αντέξεις Και ότι, αλήθεια, έχεις δύναμη Και ότι, αλήθεια, αξίζεις

    Και μαθαίνεις… μαθαίνεις… με κάθε αντίο μαθαίνεις

    (Χόρχε Λουίς Μπόρχες)

  • Θυμούμαι μικρός κάθουμουν συχνά στο κατώφλι του σπιτιού μας, έλαμπε ο ήλιος, καίγουνταν ο αγέρας, σ' ένα μεγάλο σπίτι στη γειτονιά πατούσαν σταφύλια, μύριζε ο κόσμος μούστο, κι εγώ σφαλνούσα τα μάτια ευτυχισμένος, άπλωνα τις φούχτες και περίμενα, κι έρχουνταν ο Θεός, όσο ήμουν παιδί ποτέ δε με γέλασε, έρχουνταν, παιδί κι αυτός σαν και μένα, και μού 'βαζε στα χέρια τα παιχνιδάκια του τον ήλιο, το φεγγάρι, τον άνεμο. "Χάρισμά σου" μού 'λεγε "χάρισμά σου, παίξε μαζί τους, εγώ έχω κι άλλα." Άνοιγα τα μάτια, ο Θεός εξαφανίζουνταν μα απόμεναν στα χέρια μου τα παιχνιδάκια του.

    (Νίκος Καζαντζάκης, "Αναφορά στον Γκρέκο")

  • Ενώ εσύ μου φώναζες…

    Μου μάθαινες να σε φοβάμαι…

    Τραυμάτιζες την αυτοπεποίθηση μου…

    Μου μάθαινες ότι δεν είχα αξιοπρέπεια επειδή ήμουν μικρός…

    Μου μάθαινες να μην τολμάω, να μη δοκιμάζω, να μην προσπαθώ να ανακαλύπτω, να μην παίρνω πρωτοβουλίες, για να μη θυμώνεις…

    Με έκανες να νιώθω ασήμαντος και αδύναμος…

    Μου έδειχνες ότι δεν μπορούσα να σε εμπιστεύομαι…

    Μου μάθαινες ότι δεν μπορούσα να σου μιλήσω αν είχα κάποιο πρόβλημα ή κάποιος μου έκανε κακό, γιατί φοβόμουν πώς θα αντιδρούσες…

    Μου μάθαινες ότι όταν αγαπάμε κάποιον, έχουμε δικαίωμα να του φερόμαστε άσχημα…

    Η φωνή σου δεν με άφηνε να σκεφτώ τα λόγια σου…

    Ίδρωνα, η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά, το στομάχι και τα αυτιά μου πονούσαν…

    Θύμωνα που δεν νοιαζόσουν για αυτά που ήθελα να σου πω…

    Αναρωτιόμουν που πήγε ο μπαμπάς μου…

    Mου μάθαινες να φωνάζω κι εγώ…

    Ήμουν μόνος μου…

    Σκεφτόμουν ότι δεν μ’ αγαπάς πια…

    Μου μάθαινες ότι επιτρέπεται να φέρομαι άσχημα σε κάποιον πιο αδύναμο από μένα…

    Μου μάθαινες πώς να φερθώ στα παιδιά μου όταν μεγαλώσω…

    Δεν φανταζόσουν τον αγώνα που πρέπει να δώσω τώρα που μεγάλωσα, για να μη γίνω σαν εσένα…   

  • Και τώρα είσαι

    και είμαι τώρα

    και είμαστε ένα μυστήριο

    που δε θα συμβεί ποτέ ξανά,

    ένα θαύμα που δεν έχει συμβεί

    ποτέ στο παρελθόν

    και λάμποντας αυτό το τώρα μας

    πρέπει να φτάσει στο τότε

    (E.E.Cummings)

«Να θυμάσαι αυτή την ιστορία, να τη λες στα παιδιά σου κι αυτά να τη λένε στα δικά τους…»

Συγκίνηση, υπερηφάνεια και αναπόληση αλλοτινών καιρών, τότε που η λεβεντοσύνη πότιζε τα κρητικά χώματα… Δυνατά συναισθήματα ανάμικτα με ασπρόμαυρες εικόνες αναδύονται από αυτό το κείμενο της Ελένης Μπετεινάκη…

beteinakis

Να τη θυμάσαι, μου ΄λεγε, να τη λες στα παιδιά σου κι αυτά να τη λένε στα δικά τους… κάθε χρόνο στις 27 Οκτωβρίου…

…Ήταν  Σεπτέμβρης του ΄43, θαρρώ 24 του μήνα, απόγευμα κι είχαμε μόλις γυρίσει από τον τρύγο. Στα Λιάτικα  ήμασταν όλη μέρα. Κουρασμένοι κι η μάνα μας έλεγε πως είχε ένα βάρος που της πλάκωνε την ψυχή. Δεν είχαμε προλάβει να πλυθούμε όταν από το μακρύ σοκάκι ακούστηκαν ρυθμικά βήματα και ένας δυνατός χτύπος από το σπάσιμο της πόρτα μας, μας τράνταξε όλους.  Ήταν γερμανοί στρατιώτες.  Ανέβαιναν τα σκαλοπάτια γρήγορα και μπήκαν μέσα.  Έψαχναν τον πατέρα μου κι άρχισαν να ρωτούν που ήταν. Τους είπα με σπασμένα γερμανικά πως είχε πάει στην Κομαντατούρ στο φρουραρχείο δηλαδή, να δώσει « το παρών » γιατί ήταν Παρασκευή βράδυ κι έτσι έπρεπε. Ένας απ΄ αυτούς έφυγε να δώσει την πληροφορία, οι υπόλοιποι έκανα το σπίτι αγνώριστο. Δυο – τρεις ώρες μείναμε κι έπαιρναν μαζί τους ότι καλό έβρισκαν στο σπίτι. Σύντομα ήρθε ένας δικός τους και τους είπε πως τον βρήκαν και τον συνέλαβαν.

Το βράδυ ήρθαν πολλοί, 11 νοματαίοι με σήματα – πέταλα πάνω τους,  έψαχναν συνέχεια ,στις αποθήκες, στο κελάρι, στο πλυσταριό, στα στρώματα, τίποτα δεν έμεινε στη θέση του. Όμως και τίποτα δεν βρήκαν. Λίγο πριν τα μεσάνυχτα έφυγαν. Η αδελφή μου, η μάννα κι εγώ, παλικάρι 14 χρονών τότε, άσπροι σαν τον τοίχο από τον φόβο και την αγωνία μας στεκόμασταν ώρα πολλή ακόμη, αμίλητοι, ακίνητοι στο ίδιο σημείο μην ξέροντας πώς να αντιδράσουμε. Τον μεγάλο μου αδελφό, το Γιώργη μας τον είχαν ειδοποιήσει να μην πλησιάσει το σπίτι κι εκείνο το βράδυ έμεινε έξω, στην εξοχή .

Το επόμενο πρωί μάθαμε πως ο πατέρας μου ήταν στο Ηράκλειο, στο Φρουραρχείο. Εκεί έμεινε 3 μέρες, στο σπίτι του Πλεύρη κάτω στο υπόγειο και βρήκαμε σαν φύγανε οι Γερμανοί γραμμένο ένα μήνυμα μέσα σε κύκλο με μολύβι:

 «Αντώνιος Γεωρ. Μπετεινάκης, κινδυνεύει, ελπίζει εις τον Θεόν.

25 Σεπτεμβρίου 1943».

Ύστερα τον πήγαν στα Χανιά , στο χωριό Αγυά. Κανένας δεν μπορούσε να πλησιάσει τις φυλακές. Πήγε ο Γιώργης μας, αλλά δεν τον άφησαν να τον δει. Ούτε καν έναν  Έλληνα δικηγόρο δεν του πήγανε. Κάνανε μόνη τους το δικαστήρι . Στις 26 του Οκτώβρη. Ο παππούς και πέντε άτομα ακόμη. Τους καταδίκασαν γιατί προσπάθησαν να ειδοποιήσουν τον Μπαντουβά πως έπρεπε να φύγει από τα βουνά και να παραδοθεί γιατί οι Γερμανοί θα καίγανε  τα χωριά της Βιάννου. Πιάσανε πολλούς τότε, τους αφήσανε μόνο αυτοί οι έξι δεν γλύτωσαν. Κάποιος τους πρόδωσε, μακάρι πριν κλείσω τα μάτια μου να μάθω ποιος ήταν, όχι για κανένα να άλλο λόγο, αλλά να ξέρω , να φύγω ήσυχος. Ο Γιώργης ήταν εκεί την ημέρα του δικαστηρίου. Η μάννα μου δεν ήθελε να πάω κι εγώ στα Χανιά, μικρό παιδί έλεγε, δεν ήθελε άλλες φουρτούνες, φτάνει όσα υποφέραμε ήδη. Μας είπε πως πλησίασε λίγο στη φυλακή απόσταση περίπου 100 μέτρα. Τι να δεις;

Ήταν όλοι με τα ίδια ρούχα, κάτι γκρίζο φορούσαν και δυο τρεις χαιρετούσαν από το παράθυρο. Ήταν πολύ κοντά κουρεμένοι και δεν τους αναγνώριζε. Ένας του φάνηκε πιο ψηλός, τον χαιρετούσε με μανία, μπορεί και να ‘ταν αυτός ο πατέρας μας. Ποιος ξέρει…

Την άλλη μέρα έγιναν όλα.

Μόλις χάραξε, ψιλόβρεχε κιόλας,  το χώμα μύριζε έντονα, τα σκυλιά γάβγιζαν σαν να χαλούσε ο κόσμος. Ξημέρωμα 27 Οκτωβρίου 1943…ώρα 6.00… βαρύ τούτο το πρωινό και άχαρο και με μια  σιωπή παντού. Κάτι πλανιόταν στον αέρα όμως τίποτα δεν κουνιόταν, ούτε ο νους τους ήθελε να το σκεφτεί… Κρυμμένοι μέσα στα χωράφια, ο Γιώργης και καμιά δεκαριά άλλοι σηκώθηκαν να δουν γιατί γινόταν τόση φασαρία από τα γαυγίσματα. Κάτι είχαν μυριστεί τα σκυλιά. Φοβόταν  μην τους πάρει κανένα μάτι. Και τότε άκουσαν  με μια φωνή  να τραγουδούν οι κρατούμενοι…

«Σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή

σε γνωρίζω από την όψη που με βία  μετράει τη γη.»

Κι ύστερα πάλι φωνές και γερμανικά παραγγέλματα για να σταματήσουν, όμως αυτοί συνέχιζαν ακόμη πιο δυνατά. Τίποτα δεν τους τρόμαζε πια, απολύτως τίποτα. …

Καμιά  εικοσαριά στρατιώτες με ειδικό βηματισμό παρατάχθηκαν στον αύλιο χώρο της φυλακή . Η βροχή συνέχιζε να πέφτει κι αυτή ρυθμικά και τότε… ώ θεέ μου! έξι άνδρες με συνοδεία Γερμανών αξιωματικών βγήκαν έξω. Οι άνδρες φανερά κουρασμένοι όμως με το κεφάλι ψηλά συνέχιζαν να λένε τον εθνικό ύμνο.  Τους έβαλαν να ακουμπήσουν στον τοίχο και τους έδεσαν τα χέρια. Τους έκλεισαν τα μάτια με ένα άσπρο πανί. Ο πατέρας  γύρισε το κεφάλι του στο πλάι. Δεν ήθελε να του δέσουν τα μάτια , ήθελε να βλέπει κατάματα το μεγαλύτερο θεριό, αυτό που κανένας δεν νίκησε ποτέ, ήθελε να χορτάσει και την τελευταία σταγόνα της ζωής, το αμυδρό φως της μέρας που  μόλις είχε αρχίσει να ξυπνά. Ύστερα ακούστηκε μια πολύ δυνατή φωνή και ο αέρας γέμισε από τους πυροβολισμούς… Οι κρατούμενοι μέσα από τα μικρά τους παράθυρα έκλαιγαν σιωπηλά… δεν ακούστηκε τίποτα άλλο… απόλυτη σιωπή… όλα είχαν τελειώσει…

Άραγε μήπως ήταν όνειρο, εφιάλτης ή συνέβη  στ’ αλήθεια. Ο πατέρας μου ήταν εκεί ανάμεσα τους, νεκρός!

Αυτή την ιστορία μου έλεγε ο πατέρας μου κάθε χρόνο τέτοια μέρα… «Να τη θυμάσαι» μου ‘λεγε,  «να τη λες και στα παιδιά σου κι αυτά να τη λένε στα δικά τους… κάθε χρόνο στις 27 Οκτωβρίου…»

Ο  συνταγματάρχης Αντώνιος Γ. Μπετεινάκης εκτελέστηκε από τους Γερμανούς στις φυλακές της Αγυιάς Χανίων στις 27 Οκτωβρίου 1943. Το γερμανικό στρατοδικείο συνεδρίασε μέσα σ΄ αυτές τις φυλακές και τον καταδίκασε σε θάνατο μαζί με άλλους πέντε.  Οι υπόλοιποι δεκαέξι που είχαν συλληφθεί τότε αθωώθηκαν .

Στο κελί των φυλακών (στην Αγυιά Χανίων) ο Αντώνιος Γ. Μπετεινάκης είχε γράψει τα παρακάτω: «Προσφέρω τη ζωή μου με ευχαρίστηση  για την Πατρίδα, εάν οι εχθροί μας μου την αφαιρέσουν.  Θεωρώ τον εαυτόν μου ευτυχή γιατί πεθαίνω για να μην την  βλέπω σκλάβα και τυραννούμενη».

Επίσης σ΄ ένα άλλο σημείωμα του έγραψε :

«Δεν το λυπούμαι το κορμί σάρκα είναι και θα λιώσει

μόνο λυπούμαι ταρφανά ποιος θα τα μεγαλώσει»

Από τότε έχουν περάσει 70 χρόνια, σαν σήμερα!

Πηγές:

Ηχογραφημένα ντοκουμένα  απο τον Ιωάννη Μπετεινάκη
Αρχείο Οικογένειας Αντ. Μπετεινάκη

thinkfree.gr

«28η Οκτωβρίου 1940»: Η γενέθλιος ημερομηνία μιας ολόκληρης γενιάς

Για τον εορτασμό του ΟΧΙ, στην κατοχή και την απελευθέρωση, γράφει ο Ιάσσονας Χανδρινός, υποψήφιος διδάκτορας Σύγχρονης Ιστορίας.

558507_444959465614815_1736020300_n

Η 28η Οκτωβρίου είναι η μοναδική εθνική μας επέτειος η οποία γεννήθηκε μέσα σε μια συλλογική ψύχωση και καθιερώθηκε, ως μνημονικός τόπος, από τον ίδιο τον ελληνικό λαό. Σε αντίθεση την 25η Μαρτίου που αποτελεί μια εκ των υστέρων «κατασκευασμένη» επέτειο, η 28η Οκτωβρίου εντοπίζει ένα καταλυτικό γεγονός που μάλιστα βιώθηκε και ως τομή στον ιστορικό χρόνο. Δεν υπάρχει κανένας από τη γενιά του Πολέμου και της Κατοχής που να μη μπορεί –μέχρι σήμερα– να δώσει συγκεκριμένη απάντηση στην ερώτηση: «Πού ήσουν την 28η Οκτωβρίου 1940;».  Ήταν η γενέθλιος ημερομηνία μιας ολόκληρης γενιάς. Η κήρυξη του πολέμου με την Ιταλία επέδρασε άμεσα και καταλυτικά στην ψυχολογία των ανθρώπων της εποχής. Περισσότερο από κάθε προηγούμενη πολεμική αναμέτρηση (Βαλκανικοί Πόλεμοι, Μικρασιατική Εκστρατεία), ο ελληνοϊταλικός πόλεμος ήταν μια εμπειρία που διαπέρασε την ελληνική κοινωνία και ζυμώθηκε στη συνείδηση του λαού με τις παραδοσιακές έννοιες της δικαιοσύνης και της φιλοπατρίας, ωστόσο σε μια νέα εκδοχή: του αντιφασισμού. 

Οι κατοχικοί εορτασμοί 

Αυτή η ζύμωση έγινε στα χρόνια της Κατοχής. Κάτω από τη ναζιστική μπότα, εθνικά σύμβολα και τελετουργίες άρχισαν να αποκτούν πολλαπλάσια σημασία για τους μουδιασμένους και απογοητευμένους Έλληνες. Στην Αθήνα και τις μεγάλες πόλεις, όπου η Κατοχή ήταν πιο αισθητή, οι άνθρωποι αναζητούσαν τρόπους να διεκδικήσουν ξανά από τους κατακτητές το δικαίωμα να περπατούν πιο ελεύθερα στους δρόμους, να εμπνέονται από χώρους και μνημεία. Στις 28 Οκτωβρίου 1941, ενώ ήδη άνθρωποι είχαν αρχίσει να πεθαίνουν από την πείνα, κόσμος άρχισε να επισκέπτεται αυθόρμητα το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη και κατέθετε λουλούδια, στην πλειοψηφία τους ήταν μαυροντυμένες γυναίκες και κορίτσια που πιθανόν κάποιον είχαν χάσει στο αλβανικό μέτωπο. Οι πρώτες αντιστασιακές οργανώσεις σκόρπισαν μικρές δακτυλογραφημένες προκηρύξεις υπενθυμίζοντας το νόημα της ημέρας, ενώ και το ΕΑΜ (που είχε ιδρυθεί μόλις πριν ένα μήνα), επέλεξε εκείνη την ημέρα για να κυκλοφορήσει την πρώτη του «επίσημη» διακήρυξη στο λαό της Αθήνας καλώντας σε μαζική αντίσταση εναντίον των κατακτητών. 

Το 1942, διαδηλώσεις, συγκεντρώσεις, συνθήματα στους τοίχους, συλλήψεις και πραγματικά πυρά από τους κατακτητές σημάδεψαν τον δεύτερο και απείρως πιο μαχητικό εορτασμό, το ίδιο και το 1943. Η επέτειος είχε επισημοποιηθεί οριστικά, ως  μια συλλογική αντιφασιστική έκφραση. Δεν ήταν οποιοδήποτε ερέθισμα κάποιας αόριστης πατριωτικής υπερηφάνειας. Σε αντίθεση με την 25η Μαρτίου (που συγκινούσε εξίσου, αν όχι περισσότερο), η ημέρα ξυπνούσε πραγματικά και ισχυρά βιώματα. Μπορούμε να φανταστούμε πως το 1941, κάθε Αθηναίος νοσταλγούσε τον ενθουσιασμό του πλήθους που είχε βγει στους δρόμους έναν χρόνο πριν, όταν σήμαναν οι σειρήνες. Μέσα στο φόβο και την κατήφεια που επέβαλε η σκλαβιά, η ανάμνηση αυτής της ομαδικής ανάτασης ως φανταστικό replay μιας ανεπανάληπτης στιγμής δράσης, αποτελούσε ακένωτη δεξαμενή θάρρους και έμπνευσης. Η Αντίσταση κατά των κατακτητών δεν τιμούσε την 28η Οκτωβρίου 1940 ως μια οποιοδήποτε στιγμή έξαρσης, αλλά ως την έναρξη ενός τιτάνιου αγώνα εναντίον του φασισμού που δεν είχε ποτέ σταματήσει. 

28 Οκτωβρίου 1944: Ένα άγνωστο αντιφασιστικό συλλαλητήριο 

Η τέταρτη επέτειος βρήκε την Ελλάδα ελεύθερη. Ακριβώς τέσσερα χρόνια μετά τις εκκωφαντικές σειρήνες εκείνου του πρωινού που άλλαξε για πάντα την ελληνική ιστορία, τίποτα δεν ήταν το ίδιο. Οι οπισθοφυλακές των υποχωρούντων γερμανικών στρατευμάτων βρίσκονταν ήδη στα ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα, αφήνοντας πίσω τους ανυπολόγιστες καταστροφές, νεκρούς, πόνο και δάκρυα, αλλά και ένα τεράστιο λαϊκό κίνημα που είχε ενηλικιωθεί και ατσαλωθεί μέσα από την Αντίσταση. Η εαμοκρατούμενη Αθήνα των χιλιάδων μαρτύρων μετρούσε μόλις 16 ημέρες ελευθερίας και υποδεχόταν την κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας και τα πρώτα βρετανικά αγήματα, ατενίζοντας με αισιοδοξία (και επιφύλαξη) το μέλλον της καθημαγμένης χώρας. Η πολιτική κατάσταση ήταν τεταμένη και το μόνο κοινό σημείο όλων των πολιτικών δυνάμεων ήταν η αναφορά στις στιγμές που θύμιζαν την ομόθυμη αντίσταση στο φασισμό και το χρέος τιμής στους νεκρούς του αντιφασιστικού αγώνα.

Ως συμβολικό μήνυμα ομοψυχίας αλλά και αναγνώρισης μιας επετείου που είχε εμπνεύσει τους Έλληνες στα μαύρα χρόνια της σκλαβιάς και είχε επισημοποιηθεί μέσα από παλλαϊκούς αγώνες, αποφασίστηκε να εορταστεί επίσημα η 28η Οκτωβρίου με πανηγυρική δοξολογία στη Μητρόπολη και κατάθεση στεφάνων στον Άγνωστο Στρατιώτη. Εκτός από τις επίσημες ένοπλες δυνάμεις που είχαν πολεμήσει τους Γερμανούς  έξω από τα σύνορα της χώρας και είχαν επαναπατριστεί μαζί με την Κυβέρνηση –ο Στρατός της Μέσης Ανατολής (εκπροσωπούμενος από μια διμοιρία του Ιερού Λόχου) και το Ναυτικό (με ένα τιμητικό άγημα)– θα παρευρίσκονταν και δυνάμεις του ΕΛΑΣ: Ένα ελαφρά οπλισμένο απόσπασμα του ΕΛΑΣ Αθήνας από την αιματοβαμμένη συνοικία της Καισαριανής και ένα τμήμα του μόνιμου ΕΛΑΣ. Θα ήταν η πρώτη φορά μετά από τρία χρόνια που πολεμιστές του βουνού θα εμφανίζονταν στους δρόμους της πρωτεύουσας, και σίγουρα ήταν το θέαμα που όλος σχεδόν ο λαός της Αθήνας περίμενε να αντικρίσει. 

Εκείνο το πρωί ο καιρός ήταν βροχερός και η δοξολογία μουδιασμένη. Από τη μια η επίσημη «πολιτική ηγεσία» της χώρας: ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου, ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός, ο ταξίαρχος και αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων στην Ελλάδα, ταξίαρχος Ρόναλντ Σκόμπι, ο στρατάρχης Ανατολικής Μεσογείου Ουίλσων, ο ναύαρχος Κάνιγχαμ, ο αρχηγός της Αστυνομίας Άγγελος Έβερτ, το υπουργικό συμβούλιο και διάφοροι πολιτικοί. 

Από την άλλη, ο λαός: ένα πλήθος από όλες τις συνοικίες και τις ΚΟΒες της Αθήνας, με κόκκινα λάβαρα και πλακάτ, να ζητωκραυγάζει και να φωνάζει συνθήματα «θάνατος στους προδότες» και «λαοκρατία». Μπροστά στο ναό είχαν παραταχθεί το άγημα του ναυτικού, η διμοιρία του Ιερού Λόχου (με επικεφαλής τον τότε υπολοχαγό και μετέπειτα χουντικό, Ιωάννη Λαδά), αστυνομικοί και χωροφύλακες (διακριτικά) από τους στρατώνες του Μακρυγιάννη και μια διμοιρία του ΕΛΑΣ Αθήνας με τα χαρακτηριστικά γερμανικά κράνη. Ο κόσμος ήταν εκστασιασμένος, χειροκροτούσε και ζητωκραύγαζε, έβγαζε φωτογραφίες. Τα περισσότερα μάτια έπεφταν σε μια ξεχωριστή ομάδα 34 πάνοπλων γενειοφόρων που βρίσκονταν στη μέση του προαύλιου χώρου, σε στάση «παρουσιάστε αρμ» με τον χαρακτηριστικό αντάρτικο τρόπο που είχε καθιερώσει ο Άρης Βελουχιώτης: Το χέρι κρατά το τουφέκι από το κοντάκι, προτεταμένο προς τα μπρος. Η ηγεσία του ΕΛΑΣ είχε διατάξει τη μονάδα που βρισκόταν πιο κοντά στην Αθήνα, το 34ο Σύνταγμα Αττικοβοιωτίας, να επιλέξει τους άνδρες για αυτή την εξόχως τιμητική αποστολή και ο θρυλικός καπετάνιος του Συντάγματος, Γιάννης Αλεξάνδρου (Διαμαντής), επέλεξε προσωπικά τους καλύτερους μαχητές. Είχαν όλοι τους γενειάδες, σταυρωτά φυσεκλίκια, γερμανικά όπλα, μπότες και μαχαίρια.  

Και ένας από αυτούς, ο Γιώργος Γούναρης («Αρτέμης») από την Εύβοια, περιέγραψε στο ημερολόγιο που κρατούσε τη συγκινητικότερη ίσως μέρα της μέχρι τότε ζωής του: 

«Όταν ξεκινήσαμε εμείς, το τι έγινε δεν περιγράφεται!… Μάταια ο [επικεφαλής μας] Αποστόλης δίνει παραγγέλματα βηματισμού. Οι αστυφύλακες προσπαθούν να συγκρατήσουν τον κόσμο. Σπάζουν τα φράγματα, χυμούν πάνω μας και μας αρπάζουν τρεις από κάθε σειρά. Μας φιλούν, κλαίνε… Είμαι σε μια από τις δύο σειρές προτελευταίος. Μας σηκώνουν στα χέρια, προσπαθούν κάτι να πάρουν σαν ενθύμιο μα τίποτα δεν μπορεί να γίνει. Όλοι μας τραβολογούν… Εμείς τα έχουμε χαμένα… Μόνον κεφάλια βλέπομε και χέρια να ανεμίζουν, φιλιά να μας στέλνουν από μακριά… Μια κοπέλα στα μαύρα με έχει αγκαλιάσει σα να θέλει να είμαι δικός της. Της δίνω ένα δαχτυλίδι γερμανικό. Κλαίει και φωνάζει ‘Αδελφάκι μου!…’. Ένα γερμανικό τσακμάκι το δίνω σε κάποια που κλαίει. Δύο μανδηλάκια από φωτοβολίδες τα πετώ και αναμπουμπούλα γίνεται ποιος θα τα πάρει. Το ίδιο κάνουν και οι άλλοι. Τέλος επεμβαίνει πάλι η ΕΠΟΝ και μπροστά αυτοί, κοντά εμείς, φτάσαμε και μπήκαμε στην σειρά μας. Ο κόσμος φωνάζει: ‘Θάνατος στους δοσιλόγους! Θάνατος στους προδότες δολοφόνους!’.

Φτάσαν οι επίσημοι, καταθέτουν στεφάνια στον Άγνωστο Στρατιώτη, εμείς παρουσιάζομε όπλα […] Η πλατεία είναι ασφυκτικώς γεμάτη, τα αντάρτικα τραγούδια έχουν ανάψει. Σε μια στιγμή βγήκε ο συναγωνιστής Σαράφης, ο Ποπώφ και 5-6 άλλοι στο μπαλκόνι, μας κοίταξαν χαμογελώντας και μπήκαν μέσα. Επίκαιρο τραγούδι του Αγώνα λέγαμε: ‘Απόψε θα πλαγιάσουμε σε δροσερά χορτάρια’ καθώς και: ‘Το λεν’ οι κούκοι στα βουνά και οι πέρδικες στα πλάγια’. Επίσης: ‘Εσείς παιδιά ανταρτόπαιδα, παιδιά της Σαμαρίνας’. Τέλος, αφού πέρασε καμιά ώρα με χορούς και τραγούδια, τους αποχαιρετήσαμε όλους [και] ανεβήκαμε στο αμάξι για την επιστροφή. Το αμάξι το ακολουθούν νέοι και νέες. Από διάφορους δρόμους έρχονται μάζες συναγωνιστών με στεφάνια και λουλούδια. Πηδάν οι νέες πάνω στην καρότσα και μας κρεμούν στεφάνια στους λαιμούς. Με πρόκες τα κρεμούν στην καρότσα. Στον Ασπρόπυργο που φτάσαμε, μέτρησαν οι συναγωνιστές 210 στεφάνια. Ένας τεράστιος σωρός έγινε εκεί στην άκρη της πλατείας…». 

Όσο κι αν η εθνική ομοψυχία ήταν ένα σεντόνι που κάλυπτε τα αγεφύρωτα πολιτικά πάθη και το συσσωρευμένο ταξικό μίσος, η μέρα εκείνη είχε κάτι το ξεχωριστό. Οι κραυγές των Αθηναίων που «έπνιξαν» τον εορτασμό, κυοφορούσαν την ψευδαίσθηση. Την ελπίδα. Λίγο πριν διαχωριστούν για πάντα, όλοι οι Έλληνες που είχαν πολεμήσει τους Γερμανούς, βρέθηκαν για ελάχιστες στιγμές στο ίδιο σημείο, για να υποκλιθούν στους νεκρούς των αλβανικών βουνών και τις χιλιάδες που είχαν θυσιαστεί στην Κατοχή εμπνεόμενοι από το πνεύμα του μετώπου. Το ημερολόγιο έγραφε 28 Οκτωβρίου 1944 και η βροχή που μαινόταν το προηγούμενο βράδυ είχε σταματήσει.

 oxiΠηγή: theinsider.gr

Μοναδικό κινηματογραφικό ντοκουμέντο: Οι Ναζί στην Ελλάδα

salonika-007

Κατά την διάρκεια τής Γερμανικής Κατοχής στην Ελλάδα (1941-44), ένας πρώην αξιωματικός τού Πολεμικού Ναυτικού και μετέπειτα επιχειρηματίας, ο Άγγελος Παπαναστασίου, αποτύπωσε σπάνιες εικόνες τής περιόδου με την κινηματογραφική του μηχανή.

Εγχείρημα ιδιαιτέρως δύσκολο και επικίνδυνο, δεδομένου ότι η φωτογράφιση ή κινηματογράφηση άνευ άδειας από τον εχθρό, τιμωρούνταν με θανατική ποινή. Ο Παπαναστασίου, με κίνδυνο τής ζωής του, έκρυβε την μηχανή του σε μια καραβάνα συσσιτίου για να μην κινήσει υποψίες και κατέγραφε κρυφά εικόνες, τόσο από την καθημερινότητα, αλλά και -κυρίως- σκληρές εικόνες από τα δεινά που επέφερε η Κατοχή.

Ο Άγγελος Παπαναστασίου κατά τη διάρκεια της Κατοχής περπατούσε στους δρόμους της Αθήνας με ένα τσίγκινο τενεκεδάκι. Εκεί έκρυβε το μεγάλο του μυστικό:

Μια κινηματογραφική μηχανή με την οποία κατέγραφε συνεχώς τους στρατιώτες, τη ζωή και την πείνα στην κατακτημένη πρωτεύουσα. Κρυφά από την οικογένεια, τους φίλους και τους οικείους του φύλαγε την «αποστολή» του – παρακαταθήκη για την ιστορία και τους Έλληνες.

Πρόκειται για το μοναδικό υπάρχον βιντεοσκοπημένο υλικό στην Ευρώπη που περιέχει σκηνές καθημερινής ζωής κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Σε φιλμ 16 χιλιοστών και σε 31 ενότητες προβάλλονται η θηριωδία των ναζί και οι Έλληνες συνεργάτες τους.

Το κινηματογραφικό υλικό τού Παπαναστασίου, χρησιμοποιήθηκε στην Δίκη τής Νυρεμβέργης, ως αποδεικτικό στοιχείο των εγκλημάτων που διέπραξαν οι Γερμανοί στην Ελλάδα.

Το 1978, οι υπεύθυνοι τού Πολεμικού Μουσείου, δανείστηκαν την ταινία από την κόρη τού Παπαναστασίου, Λουκία, για μία και μόνη προβολή. Πριν την επιστρέψουν όμως, αφαίρεσαν σημαντικό τμήμα τού υλικού (18′ από τα περίπου 45′), χωρίς να δώσουν πειστική εξήγηση. Όπως λέγεται, ο κύριος λόγος που «εξαφανίστηκαν» σκηνές από το υλικό, οφείλεται στο ότι σε κάποιες απ’ αυτές εμφανίζονται δοσίλογοι εν ώρα δράσης.

Στην ταινία προβάλλονται σκηνές της καθημερινής ζωής κατά τη διάρκεια της Κατοχής, οι συγκοινωνίες με τα τραμ και τα γκαζοκίνητα λεωφορεία, το συσσίτιο και ο λιμός που εξολόθρευσε τον άμαχο πληθυσμό της πόλης με πλάνα από την περισυλλογή νεκρών από τους δρόμους, την περίθαλψη παιδιών και ενηλίκων εξασθενημένων από την ασιτία.

Περιλαμβάνονται πλάνα από το ανατιναγμένο κτίριο της Οργάνωσης (ΕΣΠΟ) από την ΠΕΑΝ (Πανελλήνιος Ένωσις Αγωνιζομένων Νέων) και από τις απεργίες και διαδηλώσεις που οργανώθηκαν στην Αθήνα.

Τέλος προβάλλονται πλάνα από τις εκτελέσεις Ελλήνων αγωνιστών δι’ απαγχονισμού, αλλά και από παρελάσεις των Ταγμάτων Ασφαλείας μπροστά από το Καλλιμάρμαρο Παναθηναϊκό Στάδιο και το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη.

«Επήρα μια απόφαση να κινηματογραφήσω την άφιξη του γερμανικού στρατού στην Αθήνα και εν συνεχεία ότι μπορούσα περισσότερα κατά την περίοδο της κατοχής των. Υπελόγιζα ότι η εις την Ελλάδα παραμονή τους θα ήτο μόνον μια Εθνική Περιπέτεια, αλλά όχι και Εθνική Συμφορά όπως απεδείχθη κατά την περίοδο της κατοχής.

Η θηριωδία τους, αι καταστροφαί που έκαμαν στα χρόνια της Κατοχής, τα μαρτύρια που υπεβλήθη ο ελληνικός λαός είναι άνευ προηγουμένου», σημείωσε ο Α. Παπαναστασίου στην επιστολή που άφησε στην κόρη του.

Πηγή: theinsider.gr